κατεψ-
κ
κα
καβ-
καγ-
καδ-
καε-
καη-
καθ-
και-
κακ-
καλ-
καμ-
καν-
καπ-
καρ-
κασ-
κατ-
κατα-
κατε-
κατεα-
κατεβ-
κατεγ-
κατεδ-
κατεζ-
κατεθ-
κατει-
κατεκ-
κατελ-
κατεμ-
κατεν-
κατεξ-
κατεπ-
κατερ-
κατεσ-
κατετ-
κατευ-
κατεφ-
κατεχ-
κατεψ-
κατη-
κατι-
κατο-
κατω-
καυ-
καφ-
καψ-
κε
κη
κι
κλ
κν
κο
κρ
κτ
κυ
κω
κατεψευσμένας
Parse:
Part: Perf Mid/Pass Gen Sing Fem
Part: Perf Mid/Pass Acc Plur Fem
Root:
καταψεύδω
κατεψεύσαντο
Parse:
Verb: Aor Mid Ind 3rd Plur
Root:
καταψεύδω