τέσσαρα
τεσσαράκοντα
  • Parse: Adj: Number
  • Meaning: forty
  • Forms:
    • τεσσεράκοντα Adj: Number
Forty
NumberCodeGreek
40μ'τεσσαράκοντα
41μα'τεσσαράκοντα καὶ (εἷς , μία, ἕν)
42μβ'τεσσαρακονταδύο
43μγ'τεσσαρακοντατρεῖς
44μδ'τεσσαρακοντατέσσαρες
45με'τεσσαρακονταπέντε
46μς'τεσσαρακονταέξ
47μζ'τεσσαρακονταεπτά
48μη'τεσσαρακονταοκτώ
49μθ'τεσσαρακονταεννέα
τεσσαρακονταεννέα
  • Parse: Adj: Cardinal Number
  • Meaning: forty-nine, 49
τεσσαρακονταέξ
  • Parse: Adj: Cardinal Number
  • Meaning: forty-six, 46
τεσσαρακοντατέσσαρες
  • Parse: Adj: Cardinal Number
  • Meaning: forty-four, 44
τεσσαρακονταδύο
  • Parse: Adj: Cardinal Number
  • Meaning: forty-two, 42
τεσσαρακοντατρεῖς
  • Parse: Adj: Cardinal Number
  • Meaning: forty-three, 43
τεσσαρακονταπέντε
  • Parse: Adj: Cardinal Number
  • Meaning: forty-five, 45
τεσσαρακονταεπτά
  • Parse: Adj: Cardinal Number
  • Meaning: forty-seven, 47
τεσσαρακονταοκτώ
  • Parse: Adj: Cardinal Number
  • Meaning: forty-eight, 48
τεσσαρακονταετῆ
τεσσαρακονταετής
  • Parse: Adj: Nom Sing Masc/Fem
  • Meaning: forty years old
  • Forms:
τεσσαρακοντάκις
  • Parse: Adverb
  • Meaning: forty times
τεσσαρακοστόν
τεσσαρακοστός
  • Parse: Adj: Nom Sing Masc
  • Meaning: fortieth
  • Forms:
Singular
 MascFemNeut
NOMτεσσαρα-
κοστός
τεσσαρα-
κοστή
τεσσαρα-
κοστόν
GENτεσσαρα-
κοστοῦ
τεσσαρα-
κοστῆς
τεσσαρα-
κοστοῦ
DATτεσσαρα-
κοστῷ
τεσσαρα-
κοστῇ
τεσσαρα-
κοστῷ
ACCτεσσαρα-
κοστόν
τεσσαρα-
κοστήν
τεσσαρα-
κοστόν
Plural
 MascFemNeut
NOMτεσσαρα-
κοστοί
τεσσαρα-
κοσταί
τεσσαρα-
κοστά
GENτεσσαρα-
κοστῶν
τεσσαρα-
κοστῶν
τεσσαρα-
κοστῶν
DATτεσσαρα-
κοστοῖς
τεσσαρα-
κοσταῖς
τεσσαρα-
κοστοῖς
ACCτεσσαρα-
κοστούς
τεσσαρα-
κοστάς
τεσσαρα-
κοστά
τεσσαρακοστῇ
τεσσαρακοστοῦ
τεσσαρακοστῷ
τέσσαρας
τέσσαρες
  • Parse: Adj: Nom Plur Masc/Fem
  • Meaning: four
  • Forms:
Plural
 MascFemNeut
NOMτέσσαρες
τέτταρες
τέσσαρα
τέτταρα
GENτεσσάρων
τεττάρων
DATτέσσαρσι(ν)
τέτταρσι(ν)
ACCτέσσαρας
τέτταρας
τέσσαρα
τέτταρα
τέσσαρες καὶ δέκα, τεσσαρεσκαίδεκα
  • Parse: Adj: Nom Sing MFN
  • Meaning: fourteen
τεσσαρεσκαιδεκάτη
τεσσαρεσκαιδεκάτῃ
τεσσαρεσκαιδεκάτην
τεσσαρεσκαιδεκάτης
τεσσαρεσκαιδέκατος
  • Parse: Adj: Nom Sing Masc
  • Meaning: fourteenth
  • Forms:
Masculine
 SingularPlural
NOMτεσσαρεσκαιδέκατοςτεσσαρεσκαιδέκατοι
GENτεσσαρεσκαιδεκάτουτεσσαρεσκαιδεκάτων
DATτεσσαρεσκαιδεκάτῳτεσσαρεσκαιδεκάτοις
ACCτεσσαρεσκαιδέκατοντεσσαρεσκαιδεκάτους
Feminine
 SingularPlural
NOMτεσσαρεσκαιδεκάτητεσσαρεσκαιδέκαται
GENτεσσαρεσκαιδεκάτηςτεσσαρεσκαιδεκάτων
DATτεσσαρεσκαιδεκάτῃτεσσαρεσκαιδεκάταις
ACCτεσσαρεσκαιδεκάτηντεσσαρεσκαιδέκατας
Neuter
 SingularPlural
NOMτεσσαρεσκαιδέκατοντεσσαρεσκαιδέκατα
GENτεσσαρεσκαιδεκάτουτεσσαρεσκαιδεκάτων
DATτεσσαρεσκαιδεκάτῳτεσσαρεσκαιδεκάτοις
ACCτεσσαρεσκαιδέκατοντεσσαρεσκαιδέκατα
τεσσαρεσκαιδεκάτου
τεσσαρεσκαιδεκάτῳ
τέσσαρσι, τέσσαρσιν
τεσσάρων
τεσσεράκοντα
τεσσερακονταετῆ
τεσσερακονταετής