μαυ-
μ
μα
μαδ-
μαε-
μαζ-
μαθ-
μαι-
μακ-
μαλ-
μαμ-
μαν-
μαρ-
μασ-
ματ-
μαυρ-
μαχ-
μαω-
με
μη
μι
μν
μο
μυ
μω
μαυρόω
Meaning:
to darken, blind