coc
Coc
coca-
cock-
co-campaigner
συστρατιώτης
co-captive
συναιχμάλωτος
cock
ἀλέκτωρ
ἀλεκτρυών
cock-a-doodle-doo
κοκκύζω
cock-crowing
ἀλεκτοροφωνία