επια-
ε
εα-
εβ
εγ
εδ
εζ
εθ
ει
εκ
ελ
εμ
εν
εξ
εο
επ
επα-
επε-
επη-
επι
επιαο-
επιασ-
επιβ
επιγ
επιδ
επιε
επιζ
επιθ
επικ
επιλ
επιμ
επιν
επιξ
επιο
επιπ
επιρ
επισ
επιτ
επιφ
επιχ
επιψ
επλ-
επν-
επο-
επρ-
επτ-
επυ-
επω-
ερ
εσ
ετ
ευ
εφ
εχ
εψ
εω
ἐπιάομαι
Meaning:
to cure
ἐπίασαν
Parse:
Verb: 1Aor Act Ind 3rd Plur
Root:
πιάζω
ἐπιασατε
Parse:
Verb: Aor Act Ind 2nd Plur
Root:
πιάζω
ἐπίασε
,
ἐπίασεν
Parse:
Verb: Aor Act Ind 3rd Sing
Root:
πιάζω
ἐπιάσθη
Parse:
Verb: Aor Pass Ind 3rd Sing
Root:
πιάζω